Οι λέξεις παίζουν κρυφτό με την έμπνευση,
πίσω απ την μαύρη κουρτίνα,ασάλευτες μένουν.
Το μυαλό στριφογυρίζει στο κενό,άεργα.
Τα βήματα στο μακρόστενο δωμάτιο
δεν βοηθούν στο ξελόγιασμα τους,
ούτε η μουσική ποικιλία,
απ τον Μότσαρτ μέχρι τον Βάμβακαρη και τον Στέλλιο.
Μα κατι θα συμβεί,το πιστεύω
και οι λέξεις θα ξελογιαστούν.
Πέρασαν μερικές ώρες, αιώνες φάνταζαν.
Κάπου εκεί στη μέση της νύχτας,
ήρθε το γλυκό ξελόγιασμα,
γλυκό,έντονο,απαλό,βίαιο,
το προκάλεσαν,η βροχή,οι αστραπές,οι βροντές,
το καθένα με τον τρόπο του
τις δικές του λέξεις εξεσήκωνε.
Ξεπηδούν απ την κρυψώνα
πιασμένες χέρι-χέρι, χορεύουν τρελά,
κάνοντας χίλιες,μύριες κόλπαδορικες φιγούρες,
πρίν πέσουν στο πηγάδι της έμπνευσης,
αναγκάζοντας το μυαλό γεμάτο να γυρίζει.
Σύμμαχος έγινε και ο ουρανός,
άνοιξε το λέξικό του κι έριχνε ανάκατα
κάθε λογής λέξεις,
μελαγχολικές,χαρουμενές,ρομαντικές,ερωτικές.
Γέμισε το μακροστενό δωματιό,
πλημμύρισαν και οι δρόμοι.
Βγήκαν έξω οι ποιητές, τσαλαβουτώντας στα λεξόνερα, τις αρπάζουν με λαιμαργία,
καθώς αλαφροσάλευαν ναζιάρικα και ηδονικά.
Οι αράδες του χαρτιού γέμισαν
απο ξελογιάστρες λέξεις.
Οι ποιητές αγαπούν τις λέξεις,
τις ομορφοστολίζουν,τις κάνουν κέντημα
και τις σκορπούν στον άνεμο
να κοινωνήσουνε οι άνθρωποι.
Μα κι οι μουσικοί,
δεν πήγαν παραπίσω,
ξεχύθηκαν κι αυτοί
και κάθε λογής λέξη
μελωδικά την έπλεξαν।
ΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΣΓΙΑΝΝΗΣ.